Γιατί δεν χιόνισε καλά στην Θεσσαλονίκη; Γενική ανάλυση βαρομετρικών συστημάτων και μετεωρολογικών παραμέτρων

Λοιπόν είναι νομίζω καιρός να εξηγήσουμε με όσο πιο απλά λόγια τι χρειάζεται η Θεσσαλονίκη για να δει καλό χιόνι, και τι έγινε σε αυτή την περίπτωση και δεν χιόνισε όσο προβλεπόνταν. Καταρχάς για να χιονίσει στην Β. Ελλάδα γενικότερα χρειαζόμαστε ένα βαρομετρικό χαμηλό που είτε να βρίσκεται στα ΝΔ του Ιονίου με ΒΑ πορεία προς την Μαύρη Θάλασσα, είτε να έχουμε βαρομετρικό χαμηλό στο ΚεντροΒόρειο Αιγαίο που είτε είναι στάσιμο έιτε κινείται προς τα ΒΑ. Σε αυτές τις 2 περιπτώσεις καθώς το χαμηλό στροβιλίζεται με φορά αντίθετη απο τους δείκτες του ρολογιού μεταφέρει υγρασία είτε απο το Αιγαίο, είτε απο την Μαύρη Θάλασσα,αναλόγως την θέση του, και αυτή η υγρασία εμπλουτίζει τα σύννεφα με υδρατμούς που εναποτιθενται σε βροχή ή χιόνι ανάλογα με την θερμοκρασία, στην Βόρεια Ελλάδα. Η ένταση και η διάρκεια των φαινομένων βέβαια καθορίζεται απο το πόσο βαθύ θα είναι το χαμηλό, δηλαδή πόσο χαμηλή θα είναι η πίεση στο κέντρο του, και ποια θα είναι η ταχύτητα κίνησης του στην ατμόσφαιρα. Αυτοί λοιπόν είναι οι βασικοί παράγοντες για να δούμε αξιόλογες καταστάσεις στην Βόρεια Ελλάδα, γενικά μιλώντας.

Τώρα πέρα απο αυτό για  να δούμε χιόνι, θα πρέπει να υπάρχουν και οι κατάλληλες θερμοκρασίες τόσο στην ανώτερη ατμόσφαιρα, όσο και στην επιφάνεια. Στα πολυ΄γενικά για να δει η Θεσσαλονίκη χιόνι στο κέντρο, θα πρέπει η θερμοκρασία στο ύψος των 850Ηpa δηλαδή γύρω στα 1400 μέτρα, να είναι απο -5 βαθμούς και κάτω. Επίσης θα πρέπει να υπάρχει χαμηλή θερμκρασία και στο ύψος των 500Hpa δηλαδή γύρω στα 5000μέτρα, με θερμοκρασίες κάτω απο -25 βαθμούς. Με τέτοιες συνθήκες η θερμοκρασία επιφανείας στην Θεσσαλονίκη κυμαίνεται γύρω στους 3 βαθμούς. Αν υπάρχει και χαμηλή υγρασία τότε η πόλη βλέπει χιόνι, αν και βέβαια χωρίς να στρώνεται. Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας είναι το λεγόμενο πάχος ατμόσφαιρας. Αυτό πολύ γενικά είναι ένας δείκτης που μετράει το πόσο ψυχρό είναι το στρώμα της ατμόσφαιρας απο τα 500-1000Hpa, δηλαδή απο την επιφάνεια μέχρι και τα 5000 μέτρα. Αυτός ο δείκτης καθορίζει αν ο υετός που θα πέφτει απο τα σύννεφα θα ξεκινάει με την μορφή βροχής ή χιονιού. Σε μέσες άκρες αυτός ο δείκτης μετρίεται σε δεκάμετρα(dam) και σε γενικές γραμμές χρειάζεται να είναι κάτω απο 528, έτσι ώστε ο υετός να ξεκινάει απο το σύννεφο σε μορφή χιονιού σε όλα τα ύψη. Γενικά σε οριακές καταστάσεις είναι ένας απαραίτητος δείκτης, μιας και όταν έχουμε οριακές θερμοκρασίες, και ο δείκτης αυτός δεν είναι κατάλληλος μπορεί να βλέπουμε βροχή ή χιονόνερο, αντί για χιόνι. Σε ακραίες περιπτώσεις έχει τύχει να βρέχει και με 0 βαθμούς, ενώ άλλες φορές να χιονίζει και με 4-5 βαθμούς πάνω απο το μηδέν. Οπότε είναι σημαντικός παράγοντας που παίζει ρόλο σε οριακές καταστάσεις. Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες βέβαια, αλλά δεν θα τους αναλύσουμε τώρα γιατι θα γίνει πολύ δύσνόητο το άρθρο.

Τώρα είπαμε οτι αυτές είναι οι βασικές προυποθέσεις για να δούμε χιόνι. Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας είναι ο άνεμος, ο επιφανείας και καθύψος και επίσης η ένταση του. Στην Θεσσαλονίκη ο επικρατέστερος άνεμος επιφανείας όταν έχουμε χιονι είναι ο ΒΒΔ ή αλλιώς βαρδάρης, που φυσάει απο την κοιλάδα του αξιού και αυτό που κάνει είναι να ρίχνει την θερμοκρασία επιφανείας πρόωρα, αλλά και αν φυσάει με δυνατή ένταση, συνήθως δημιουργεί και νεφοδιάλυση. Είναι γενικά ο φόβος και ο τρόμος των Θεσσαλονικέων, αλλά όταν έχουμε το χαμηλό στην κατάλληλη θέση αυτός ο άνεμος δεν κάνει ζημιά ίσα ίσα βοηθάει ωστε να πέσει πιο γρήγορα η θερμοκρασία ώστε να δούμε χιόνι. Τώρα στην ανώτερη ατμόσφαιρα για να έχουμε και κατάλληλη μεταφορά υγρασίας απο το Αιγαίο ή την Μάυρη Θάλασσα θα πρέπει να έχουμε είτε ΝΝΑ ρεύμα, είτε ΒΑ ρεύμα. Όταν έχουμε το χαμηλό στο κατάλληλο σημείο, αυτοι οι άνεμοι εμπλουτίζουν την ατμόσφαιρα απο τα 900 μέχρι τα 600Hpa με υγρασία κάτι που μπορούν να δώσουν ιδαίτερη ένταση στα φαινόμενα, καθως δημιουργούν ανοδικά ρεύματα. Σε περίπτωση τώρα που δεν έχουμε βαρομετρικό χαμηλό, μπορούμε πάλι να έχουμε τέτοιες διευθύνσεις ανέμων εφόσον ο αυλώνας έχει την κατάλληλη θέση και να κινείται αρκετά αργά, ώστε να δημιουργούνται έντονα ανοδικά ρεύματα που θα δημιουργούν και σύννεφα με πολυ νερό μέσα τους. Ο αυλώνας στο περίπου είναι περιοχή χαμηλών πιέσεων που έχει παρόμοια συμπεριφορά μέ ένα βαρομετρικό χαμηλό, απλά δεν έχει κέντρο, στους προγνωστικούς χάρτες φαίνεται σαν μια γούβα ή δεξαμενή, οπου αριστερά και δεξιά του υπάρχουν υψηλότερες θερμοκρασίες και πιέσεις, ενώ στο κέντρο του υπάρχουν χαμηλότερες και έτσι δημιουργείται κατάλληλη βαροβαθμίδα και θερμοβαθμίδα και έτσι εκδηλώνονται φαινόμενα σε εκείνη την περιοχή.

Τώρα ύστερα απο αυτη την ανάλυση ας έρθουμε να δούμε τι ακριβώς πήγε στραβά σε αυτή την κακοκαιρία στην Θεσσαλονίκη και οι αρχικές προβλέψεις για πολύ χιόνι δεν επιβεβαιώθηκαν. Καταρχάς ένα μεγάλο μείον εξαρχής ήταν οτι κανένα προγνωστικό μοντέλο δεν έδινε κάποιο αξιόλογο βαρομετρικό επιφανείας για τις τελευταίες μέρες. Το μόνο που έδιναν ήταν ένα χαμηλό ανώτερης ατμόσφαιρας στο στρώμα των 500Hpa περίπου όπου και είχε αποκοπει απο την κυκλοφορία απο τις αρχές της εβδομάδας απο την Βόρεια Ευρώπη, και με τις κατάλληλες θέσεις των αντικυκλώνων στην Σκανδιναβία και των χαμηλών πιέσεων στην Ρωσσία, αυτή η διαταραχή καθώς ο αντικυκλώνας το ανέβασε πολύ ψηλά βορείως της Σκανδιναβίας, ψύχθηκε αρκετά, μιας και εκεί επικρατούσαν πολύ ψυχρές αέριες μάζες και έτσι καθως το χαμηλό γλιστρούσε προς τα Βαλκάνια με πορεία την Ιταλία, μετέφερε ψυχρές αέριες μάζες απο την περιοχή της Ρωσσίας, προς τα Βαλκάνια και την Ιταλία. Έτσι στην χώρα μας αυτή η ψυχρή εισβολή άρχισε να γίνεται αισθητή κατα την διάρκεια της Πέμπτης 13 Δεκεμβρίου οπου και η θερμοκρασία σημείωσε σημαντική πτώση απο την βορρά προς Νότο στην Ελλάδα. Το χαμηλό αυτό τελικώς έφτασε ως την περιοχή Δυτικά της Ελλάδας οπου κουβαλούσε μαζί του πολύ ψυχρές αέριες μάζες καθύψος. Όταν το χαμηλο έφτασε στα Δυτικα την Πέμπτη συναντώντας τις θερμότερες αέριες μάζες που προυπήρχαν στην περιοχή και με τις συγκλίσεις που δημιουργήθηκαν άρχισε να δίνει φαινόμενα απο τα Δυτικά πρώτα και καθώς η θερμοκρασία είχε πέσει αρκετά, έδωσε χιονοπτώσεις σε αρκετές περιοχές της Δυτικής Ελλάδας που βλέπουν πολύ σπάνια χιόνι. Ενδειτικά χιόνισε ακόμα και στην Ηγουμενίτσα που είναι παραθαλάσσια περιοχή. Καθώς το χαμηλό αυτό κινούτο ανατολικότερα μιας και είχε μπει στην κυκλοφορία δημιούργησε αυλώνα ,στην Βορεια Ελλάδα και ταυτόχρονα δημιουργήθηκε ένα αβαθές χαμηλό στο Βορειοανατολικό Αιγαίο. Έτσι και άρχισε ταυτόχρονα να χιονίζει στην ΒΑ Ελλάδα, και στην Δυτική Ελλάδα. Τώρα καθώς το υποτυπώδες χαμηλό στροβιλιζόνταν, έφερνε υδρατμούς απο την Μαύρη Θάλασσα και το Αιγαίο και έτσι οι χιονοπτώσεις επεκτείνονταν δυτικότερα, ενώ ο αυλώνας απο τα δυτικά έδινε φαινόμενα στην Δυτική και Κεντρική, καθώς και περιοχές της Ανατολικής Ελλάδας. Τώρα τα προγωνστικά μοντέλα ήταν σχεδόν αδύνατο να προβλέψουν αυτές τις καταστασεις τόσο νωρίς, μιας και δεν ειχαμε οργανωμένο χαμηλό και ούτε και συγκεκριμένη κίνηση, και τις έδωσαν μόλις 24-36 ώρες πριν την έναρξη των φαινομένων.

Έτσι αρχικά τα μοντέλα στις αρχές τις εβδομάδας βλέπαν οτι ο αυλώνας ήταν πάνω απο την περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας με κέντρο περίπου το Θερμαικό και νοτιότερα, και ήταν σε τέτοιο σημείο που επέτρεπε στην Θεσσαλονίκη να έχει ΝΝΑ ρεύμα στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας και οι συγκλίσεις που θα δημιουργούνταν με τον ΒΔ και τον ΒΑ άνεμο στην περιοχή του Θερμαικού θα δίναν περαιτέρω ένταση στα φαινόμενα, ενώ ταυτόχρονα θα υπήρχε και τροφοδότηση με υγρασία απο το Αιγαίο, και σε συνδυασμό με τις χαμηλές θερμοκρασίες που υπήρχαν περι του -7 με -8 στα 850Ηpa έδιναν στην Θεσσαλονίκη έναν καθολικό χιονιά με πάνω απο μισό με 1 μέτρο χιόνι. Αυτός ήταν και ο λόγος που η Θεσσαλονίκη θαβόνταν στο χιόνι, μέχρι και την Τετάρτη το βράδυ απο τα μοντέλα. Επίσης οι άλλοι παράμετροι όπως θερμοκρασία στα 500Hpa και παχος ατμόφαιρας φαινόνταν ιδανικότατα, μιας και τα μοντέλα δίναν θερμοκρασίες περι τους -30 με -35 βαθμούς και παχος ατμόσφαιρας στα 520-524dam, και τα 2 ιδανικότατα για χιόνι. Όμως απο την Πέμπτη και μετά το πράγμα άρχισε να χαλάει απο τα μοντέλα, οπου και όλο λιγόστευαν τον υετό και απο κει που δίναν χιονοθαψιμο, την Πέμπτη άρχισαν να τα γυρνάνε και να δίνουν πλέον ψίχουλα. Αυτή την εξέλιξη κανεις δεν ήθελε να την πιστέψει μιας και όλοι νόμιζαμε οτι κάναν λάθος τα μοντέλα, και ότι θα ρίξει αρκετά. Όμως τα 2 μεγάλα μοντέλα το Ευρωπαικό και το Αμερικάνικο, είχαν ήδη χαλάσει την συνταγή απο την Τετάρτη το βράδυ κιόλας, δίνοντας το πολύ 5-6cm χιονιού στην Θεσσαλονίκη. Και να που τελικώς επιβεβαιώθηκαν, μιας και μικρές μετατοπίσεις του χαμηλού και του αυλώνα μετατόπισαν τα έντονα φαινόμενα σε άλλες περιοχές, πιο προσήνεμες, και έτσι ευνοήθηκαν η Πιερία(Κατερίνη είδε πανω απο 10cm χιόνι), Βέροια, Κοζάνη, Κιλκίς, Σέρρες(Η Πρώτη Σερρών είδε περίπου 40cm)Καβάλα, Θάσος(πάνω απο μισό μέτρο), Ορεστιάδα κτλ. Η θεσσαλονίκη φυσικα είχε βγει εκτός και ακόμα και τα ορεινα δεν είδαν πανω απο 6-7cm χιόνι μιας και τα φαινόμενα δεν είχαν ιδαίτερη ένταση πέρα απο μερικά ξεσπάσματα, ενώ και οι θερμοκρασίες ήταν οριακές για χιονόστρωση στο κέντρο μιας και δεν είχαμε ιδαίτερη ένταση στα φαινόμενα, παρά τους -7 βαθμούς στα 850Hpa, που υπο άλλες συνθήκες θα βλέπαμε χιόνι παντού.

Γνωρίζαμε οτι τα πράγματα ήταν εξαρχής προβληματικά, μιας και τα έντονα φαινόμενα θα πιάναν ορισμένες περιοχές εκείνες που ευνοούνταν, και δεν θα είχαν μεγάλη έκταση. Έτσι η Θεσσλονίκη εφόσον είχε βγει εκτός, δεν θα επρεπε να έχουμε μεγάλες προσδοκίες. Αν ήταν μια κατάσταση όπως το 1988 τα μοντέλα θα την είχαμ προβλέψει με ακρίβεια τουλάχιστον 24-36 ώρες πριν.
Μιας και αυτή η κατάσταση έμοιαζε παρα πολυ΄με το 1988, η κυκλοφορία στην ατμόσφαιρα ήταν πανομοιότυπη, απλά τότε είχαμε και 2 βαρομετρικά χαμηλά, το ένα στην ΝΔ Πελοπόννησο και το 2ο στο Κεντρικό Αιγαίο με κίνηση προς Μαύρη Θάλασσα, που ήταν οι ιδανικότερες συνθηκες για πολυ χιόνι στην πολη, πολύ είχαμε παρασυρθεί απο τον ενθουσιασμό.
Επίσης το 2001, επίσης υπήρχε μια ανάλογη διχογνωμία στα μοντέλα για αρκετες ημέρες και μόλις 2-3 μέρες πριν ξεκαθάρισε η τάση, οπου και είχαμε ύστερα απο εισβολή ψυχρών αερίων μαζών με θερμοκρασίες γύρω στο -11 με -12 στα 850Hpa, είχαμε δημιουργία χαμηλου στο Ιόνιο, με αργή κίνηση ΒΑ προς Μαύρη Θάλασσα. Τότε ήταν κλασσική περίπτωση χιονοθαψίματος Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας, γιαυτο και σχεδόν όλη η Μακεδονία, Θράκη και η Θεσσαλία είδε πάνω απο μισό μέτρο χιόνι παντού. Αλλά τότε είχαμε οργανωμένο χαμηλό, κατάαλληλη κίνηση και πολυ χαμηλές θερμοκρασίες, που ήταν 3-4 βαθμούς χαμηλότερες απο οτι τώρα.

Κλείνοντας αυτό το εκτενές άρθρο θα ήθελα να ελπίζω οτι φέτος η κυκλοφορία είναι ιδανική για την Β. Ελλάδα και την Θεσσαλονίκη κατ’επέκταση(μέχρι στιγμής τουλάχιστον αυτά τα σημάδια δείχνει), και έτσι κατα την διάρκεια του χειμώνα θα έχουμε και άλλες ευκαιρίες να δούμε κάτι καλό και πιο εκταταμένο. Εξάλλου στατιστικά καλούς χιονιάδες βλέπουμε κάθε 20 χρόνια, περιπου, ο ένας ήταν το 1968 οπου είχε πάνω απο 1 μέτρο στο κέντρο και είχε αποκλειστεί όλη η πόλη και φέρναν τροφές με ελικόπτερα σε κάποιες περιοχές, ο επόμενος μεγάλος χιονιάς το 1988 που το κέντρο είχε πάνω απο 70 εκατοστά και τα πάντα είχαν παραλύσει επίσης, και φέτος κλείνουμε σχεδόν 20 χρόνια απο το 1988, ενώ έχουμε να δούμε αξιόλογο χιονιά απο το 2001, δηλαδή σχεδόν 7 χρόνια, αρκετά μεγάλο διάστημα στατιστικά, μιας και πριν το 2001, είχαμε δει αρκετά καλό χιονια το 1995. Οπότε έχουμε ελπίδες να περιμένουμε να γίνει το μπαμ αργά η γρήγορα καποια στιγμή. Καπου εδώ κλείνει η ανάλυση, που πιστεύω να ήταν αρκετά κατανοητή, και να βοήθησε αρκετούς να καταλάβουν κάποια βασικά πράγματα, γιατι υπάρχουν αστοχίες στα μοντέλα και πόσο δύσκολη είναι κάποιες φορές η πρόγνωση του καιρού, πόσο μάλλον οταν είσαι και επαγγελματίας όπως η ΕΜΥ ας πουμε, που μέχρι τελευταία στιγμή έδιναν έντονα φαινόμενα και κάναν έκτακτες διαβουλευσεις τα μεσάνυχτα μιας και βλέπαν αρκετα πιο έντονα τα φαινόμενα γενικότερα και φοβόντουσαν μην κοπει η Ελλαδα στα 2 απο το χιόνι σε κάποιες περιοχέςς. Τελικά ζήτησαν συγγνώμη μιας και το χαμηλό το ειχαν υπερεκτιμήσει και δεν ειχε τοση πολλη υγρασία τελικα. Για οποιαδήποτε απορία, ερώτηση κτλ μπορείτε να αφήσετε σχόλιο στο άρθρο ή να μου στείλετε προσωπικό μύνημα.

Νίκος
This entry was posted in Καιρός. Bookmark the permalink.

Σχολιάστε